top of page

Iordanis Papadopoulos / Ιορδάνης Παπαδόπουλος

2 Nοε-Ηλιοφάνεια

Weathering

IordanisPapadopoulos1.jpg
IordanisPapadopoulos2.jpg
IordanisPapadopoulos3.jpg
IordanisPapadopoulos5.jpg
IordanisPapadopoulos4.jpg
IordanisPapadopoulos6.jpg
IordanisPapadopoulos7.jpg

Και τα πρωτότυπα ημερολόγια βέβαια αποτελούνται από κομμάτια, από θραύσματα. Οι μέρες μας, οι πράξεις, οι σκέψεις, τα βήματα και τα λόγια μας δεν έχουν καμιά συνέχεια, καμιά αδιατάρακτη ροή. Έρχομαι τώρα κι εγώ με τη σειρά μου και το πετσοκόβω περισσότερο, το νοθεύω με τον προσωπικό μου καιρό, δηλαδή την εκάστοτε διάθεση και παρόρμησή μου. Ίσως κάποιοι γράφουν για να καταφέρουν μια αμυδρή αίσθηση γραμμικότητας και συνέχειας, να βάλουν το νερό στο αυλάκι, να ευθυγραμμίσουν ατάκτως ερριμμένα σημεία, τέρατα και βότσαλα. Εγώ γράφω για να σπάσω, να διαταράξω και να εκτρέψω. Ας μένουν σκόρπια όλα τα νερά (μου).


Το σπίτι της Χίλερ κάηκε. Ο Βερν βρήκε μια πατάτα μεγάλη σαν αυγό χήνας. Η Ρουθ ήρθε φορώντας τη νέα της κόκκινη περούκα. Συχνά αναμετριέμαι με τα πράγματα γύρω μου. Βγαίνει κάθε τόσο στον κήπο, μιλάει στα λουλούδια. Όλα φαίνονται γίγαντες μπροστά μου.

Συνεχίζω το ημερολόγιο της άγνωστής μου Αμερικανίδας, ή μήπως της Scanlan, από το σημείο που τ’ άφησε. Παρεμβαίνω σε διάφορα σημεία, προσθέτω δικές μου καθημερινές πράξεις και εντυπώσεις. Το ημερολόγιο ανήκει και στους τρεις μας τώρα. Ο καιρός μας ταυτίζεται, οι μέρες και τα λόγια μας, οι καιροί μας συντονίζονται λίγο πριν καταρρεύσουν ταυτόχρονα ή και με διαφορά φάσης. Μικρή σημασία έχει.


Ήλιος σήμερα. Τα πουλιά αρχίζουν να τρώνε από την καινούρια ταΐστρα. Η Ντ. πλέκει ένα αντρικό πουλόβερ. Πλένω συνεχώς πιάτα και ποτήρια. Τα βράδια μιλάμε πολύ. Σαν δυο τηλεοράσεις συντονισμένες σε διαφορετικά κανάλια. Τα βράδια δεν μιλάμε καθόλου. Σαν δυο κρυστάλλινα ποτήρια στον πάγκο. Περιμένουμε. Έτοιμα να πέσουν να σπάσουν ή να κλειστούν για καιρό βαθιά στο ντουλάπι.


Πολύ κρύο, ψόφος. Το πρωί όλα παγωμένα, νερά, λουλούδια, δάχτυλα. Δεν ακούγεται τίποτα. Η Ντ. ξαφνικά σταμάτησε να τρώει.

Iordanis Papadopoulos is a poet based in Athens

https://www.instagram.com/iordanispapi/

2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ - ΗΛΙΟΦΑΝΕΙΑ

 

 

ΧΕΙΜΩΝΑΣ

 

Ο καιρός των ημερών είναι η εποχή του λόγου, το απώτατο εκείνο σημείο πέρα από το οποίο ο λόγος παύει, παγώνει, ίσως και να καίγεται. Ανακλαστικά κινείσαι αδιάκοπα μπρος πίσω στον χρόνο, στο σώμα σου, μέσα και έξω από τη μνήμη, την πλήξη, το τίποτα. Παρόλ’ αυτά σε καθηλώνει.


Ευτυχισμένος ο νέος χρόνος. Μπρρ. Μπρρ. Μια καθαρή ωραία χειμωνιάτικη μέρα. Δεν έκανα και πολλά σήμερα. Κάθομαι στον ήλιο. Για ώρα. Για μέρες. Κάθομαι.


Έρχεται μια ώρα που το ημερολόγιο γίνεται δέρμα σου, υμένας που καλύπτει τα σπλάχνα σου, σε καλύπτει ολόκληρο, γίνεται μέρος του παρασυμπαθητικού σου συστήματος. Δεν το ελέγχεις πλήρως. Αν και τα γεγονότα και τα συναισθήματα της ημέρας που πέρασε είναι δεδομένα, δεν είσαι σίγουρος εξαρχής τι και πώς θα γράψεις, πού θα βγει(ς).

Ζεστή νύχτα. Τέλειωσα το παζλ. Καταρράκτες του Νιαγάρα. Μιλά συχνά για ένα τέλος, μια πτώση.

Και τώρα τι;

 Σου επιτρέπει ν’ αναπνέεις, να νιώθεις ολόκληρος. Σε βοηθά να μην σκάσεις από τη ζέστη, από καημό, από τον αέρα που εγκλωβίζεται τακτικά μέσα σου, κυρίως όταν πέφτει η νύχτα, ο κόσμος, το ταβάνι πάνω σου.

 Εδώ αντιγράφω, αφού πρώτα το μεταφράσω, το ημερολόγιο μιας Αμερικανίδας ονόματι Cora E. Lacy, μιας γυναίκας 70 ετών περίπου. Καλύπτει μια περίοδο 4 χρόνων της ζωής της, από το 1968 έως το 1972. Λίγο μετά το 2000, η Αμερικανίδα λογοτέχνιδα Kathryn Scanlan το μαζεύει λίγο πριν πεταχτεί στα σκουπίδια, μετά από την άκαρπη παρουσία του σε μια δημοπρασία στο Illinois. Στ’ αζήτητα. Στη φυσική του θέση δηλαδή. Ίσως να είναι παρά φύση να θέλεις ν’ αποκτήσεις ένα ξένο ημερολόγιο, μια διαστροφή ή τουλάχιστον μια διαστρέβλωση της ζωής (σου). Η Scanlan δουλεύει μαζί του για περίπου 10 χρόνια. Το διαβάζει και το ξαναδιαβάζει, το παραποιεί, το πετσοκόβει, το ράβει. Το ξαναγράφει. Αναρωτιέμαι αν πλέον το θεωρεί προσωπικό της ημερολόγιο, αν πρόκειται τώρα για μια επιβεβλημένη αλλά ανεκτή κανονικότητα, σαν μια κρεατοελιά που ξεφυτρώνει και μεγαλώνει αδιόρατα μπροστά στα μάτια σου. Εκδίδεται το 2019 από τον εκδοτικό οίκο Farrar, Straus and Giroux. Εγώ το διαβάζω τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς. Το ξαναγράφω 3 χρόνια μετά. Δεν σταματά να με τρώει το δέρμα μου.

Είναι βάλσαμο, οι παλμοί πέφτουν.

Η Ντ. αγόρασε όμορφα μπλε χαλάκια. H Μ. στο πάτωμα. Χωρίς παρέα σήμερα. Η Ντ. έβγαλε ένα μεγάλο κομμάτι κερί από το δεξί αυτί. Απίστευτη θύελλα. Όγκος στην κύστη της Μ. 53 νεκρά χελιδόνια. Μαζέψαμε μούρα. Βγήκε το διαζύγιο της Μ. σήμερα. Είπα δεν θα γυρίσω, είπα θα μείνω έξω.

ΑΝΟΙΞΗ

O Τζέιμι ένιωθε μοναξιά. Δυνατοί άνεμοι στ’ Ανατολικά πέταξαν πολλά αυτοκίνητα εκτός δρόμου. Ομιχλώδες το απόγευμα. Ζυγίστηκα. Φόρεσα τα καινούρια μπλε παπούτσια. Μυρίζουν λίγο τα πόδια μου. Σήμερα έκοψα τη βέρα.


Γράφεις ημερολόγιο γιατί δεν μπορείς αλλιώς, σε πιέζει κάτι, ο καιρός, όχι ο χρόνος. Γράφεις γιατί και σήμερα έχασες το μέτρο, γιατί σου ήταν αδύνατον να φανείς ακριβής, να σταθείς ή ν’ αποδειχθείς ορθός. Σε πιέζει και ο χώρος που έχει περισσότερη σχέση με τον καιρό παρά με τον χρόνο. Το να κλείνουν οι τοίχοι σαν μέγγενη ή να πέφτει το ταβάνι και να σε πλακώνει δεν έχει να κάνει με τίποτα το μετρήσιμο.

Το σπίτι, οι φίλοι, η δουλειά, η οικογένεια, το αίσθημα, το παπούτσι ή το βρακί σε στενεύουν υπεράνω χρόνου. Ο χρόνος είναι μια βολική δικαιολογία.


Ούτε ένα σύννεφο στον ουρανό όλη μέρα. Νιώθω να μη μεγαλώνω. Στον τάφο της μητέρας με λουλούδια. Η Ντ. μ’ έλουσε. Κάποιες μέρες χάνω τη γεύση μου.

Η Έμα δεν γύρισε σπίτι. Ζωγραφίζω. Συννεφιασμένο μεσημέρι. Ζει στο παρελθόν. Ο Λόιντ έγραψε ότι ο Τζον πέθανε στις 16 του μηνός. Δεν πέθανε.

Δεν κρατούσα ημερολόγιο όταν έπρεπε, όταν συνηθιζόταν, όταν θα βοηθούσε ίσως πιο πολύ. Τελευταία όμως διαβάζω (ή και βλέπω) συχνά ξένα ημερολόγια, ξένες ημέρες, χρόνους, χέρια, σκοτάδια και φώτα.

Kafka, Barthes, Sontag, Mekas, Akerman, Wittgenstein, Fabre, Tarkovsky, Μπρουνιάς.

Ησυχάζω.

Η Ντ. πλένει τα πούπουλα των μαξιλαριών. Το μυαλό της σαν όμορφος μεγάλος κόκκινος ήλιος που κάποιοι προσπαθούν να φτιάξουν. Από το μηδέν, από το τίποτα.

Στο ημερολόγιο γράφεις για τον καιρό, στην αρχή τουλάχιστον, ίσως από αμηχανία. Είναι σχεδόν κανόνας. Για να ζεστάνεις το χέρι σου, σαν να μην μπορεί αλλιώς να γραφτεί οτιδήποτε άλλο, το αμέσως επόμενο που σε καίει, το ευτυχές, το βαρύ, το λάθος σου. Γράφεις για τον χρόνο που έζησες, αλλά κυρίως για τον χρόνο που έχασες, για το κενό και το πλήρες που ένιωσες, για ν’ ανοίξεις έναν άλλον χώρο, μια άλλη τρύπα όπου δεν (σου) λείπει τίποτα. Θέλεις να γράψεις τον χαμένο χρόνο και να τον διαγράψεις.

Πολύ χαριτωμένο, αλλά ζόρικο.

Κάθε φορά αναρωτιέμαι αν είναι η κατάλληλη στιγμή να πω, να γράψω ή να κάνω κάτι. Αν υπάρχει ο ευνοϊκός χρόνος ή/και λόγος για κάτι. Λίγο πριν ή λίγο μετά τι, είναι όλα καταδικασμένα σε αποτυχία; Αναρωτιέμαι αν πρόκειται για μια εκ των υστέρων έσωθεν ή έξωθεν αναγνώριση, για μια επινόηση, για μια στιγμή, μια ευκαιρία κολακείας και ικανοποίησης του εαυτού μου ή των άλλων. Λένε υπάρχει καλός καιρός για να ταξιδέψεις, για να πάρεις αποφάσεις, για ν’ αλλάξεις σπίτι δουλειά σύντροφο εαυτό, για να γεννήσεις ή να πεθάνεις, να χαθείς. Υπάρχει όμως καλός καιρός για να φας, να πλυθείς, να αρρωστήσεις, να πλύνεις τα πιάτα, να λυγίσεις ένα ξύλο, να κόψεις ένα λουλούδι ή ένα λαρύγγι, να φιλήσεις, να χαϊδέψεις, ν’ ανατριχιάσεις; Η ευκαιρία μού φαίνεται μια ρηχή λέξη. Βουτάς, φτάνεις γρήγορα στον πάτο της και συνήθως χτυπάς άσχημα το κεφάλι σου.


Ο καιρός της άνοιας. 4 φορέματα, κάλτσες, παντόφλες. Αγόρασα κάρβουνο. 32.25$ τον τόνο. Κατά τ’ άλλα νιώθω αδύναμη. Ο καιρός της ασφυξίας. Χιόνι από το πρωί. Ο γιατρός είπε ότι θα έχει και κακές μέρες. Δεν φυσάει πολύ σήμερα. Η Ντ. έμεινε όλη νύχτα μαζί του. Ο Β. σε σύγχυση. Άσχημη νύχτα. Ο Β. σε απίστευτη σύγχυση. Ο καιρός του σου παραστέκομαι. Έδειχνε σαν να κοιμάται. Πολλά λουλούδια. Έδειχνε όμορφος. Ο καιρός της αντάρας. Πολλά φαγητά. Το έδαφος λευκό. Το στομάχι και το έντερό της. Τα λουλούδια παγωμένα. Είμαστε μόνες απόψε. Δεύτερο κύμα χιονιού. Μπουγάδα και σιδέρωμα. Ο καιρός της κουταμάρας. Βλέπαμε τον παλιό χρόνο να φεύγει. Ο καιρός του μίλα μου, του φύγε από μπροστά μου, του τράβα με έξω, του πάρε με μαζί σου, του λύσε με, του άλλου, του αλλού.

Ο καιρός του βλέπω τον καιρό να φεύγει.

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Για έναν χρόνο περίπου κρατούσα ένα ημερολόγιο με θέμα τα δάση. Έγραφα για το φως τους, για τον καιρό που πέρασα και έχασα μέσα σ’ αυτά, για τον καιρό απέναντί τους, έξω από αυτά. Κομμάτιαζα μνήμες και εντυπώσεις, αποσπούσα από την αρχική τους θέση αισθήσεις και βιώματα και σχημάτιζα έναν νέο καιρό. Σχηματιζόταν μια νέα ζωή μέσα από το πρίσμα των δασών. Για αυτό μάλλον συνεχίζω να γράφω, για να αναδιατάσσω με τους δικούς μου όρους μόνιμα κινούμενα μοτίβα της ζωής, της δικής μου και των άλλων. Κι όταν λέω ζωή δεν εννοώ τίποτα παραπάνω από ημέρες και λόγια.


Αδιέξοδα, υπό κατασκευή, κατσικόδρομοι, όλα τα είδη δρόμων. Μια μεγάλη μέρα. Πόνος στο δεξί γόνατο. Λούστηκα σήμερα. Νέοι γείτονες. Η Ν. μου ’φερε κουρκουμά από την Ινδία.


Εννοώ να μη μετράς τίποτα από τα δύο, να μην τα παίρνεις τοις μετρητοίς, τουλάχιστον όχι χώρια. Εννοώ μια άτακτη συγχώνευση, μια ακατάτακτη σύμπτυξή τους για να προκύψει μια νέα λύση πραγμάτων και προσώπων.

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

 

Ο καιρός της επιθυμίας. Ο καιρός της βαρύτητας. Η Ντ. κατέβασε τους κάκτους στο υπόγειο. Ο καιρός της νοσταλγίας. Ο καιρός των πολλών δράσεων και της καμιάς αντίδρασης. Τα φύλλα πέφτουν με ταχύτητα. Ο καιρός της παραίτησης. Η Ντ. μαγείρεψε μύδια. Ο καιρός του (απο)χωρισμού και του μουδιάσματος. Ομίχλη έξω. Ο καιρός της ανάσας. Της μιας ανάσας. Της κομμένης. Ο καιρός του αναστεναγμού. Ο καιρός του ασφράγιστου του χωρίς σημάδι του τίποτα. Είναι κάποιες μέρες που αισθάνομαι ότι όλα τα πράγματα μπορούν να με χτυπήσουν, να μου κάνουν κακό. Ακόμα κι ένα φύλλο που πέφτει. Ο καιρός της εικόνας. Και μια φωτογραφία ακόμα. Ο καιρός της πέτρας. Η Ντ. ξεφυλλίζει περιοδικά. Ο καιρός του αδειάζω. Ο καιρός της κατάρρευσης. Δεν ιδρώνει τόσο πολύ πλέον. Προσπαθεί να φτιάξει μαξιλαράκι για καρφίτσες. Έβηχε πολύ τη νύχτα. Φτιάχνω ψητά μήλα. Ο δικός μου καιρός. Ο Β. ξυρίστηκε το απόγευμα. Ο καιρός της αδράνειας. Δεν έκανε καθόλου εμετό σήμερα. Ο καιρός της κατάρρευσης. Όλο και πιο συχνά έχω την αίσθηση ότι κινούμαι ασταμάτητα χωρίς να καταβάλλω την παραμικρή προσπάθεια.

bottom of page